εμπασιά

εμπασιά
και μπασιά και έμπαση, η
1. το μέρος απ' όπου μπαίνει κανείς, η είσοδος
2. στενός δρόμος
3. το φαινόμενο ή ο χρόνος κατά τον οποίο τα νερά τής θάλασσας επανέρχονται στην αρχική τους θέση, παλίρροια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • εμπασιά — εμπασιά, η και έμπαση, η και μπασιά, η 1. το μέρος από όπου μπαίνει κανείς κάπου, το έμπα, η είσοδος. 2. στενός δρόμος: Χωρίζει τα σπίτια τους μια εμπασιά. 3. η παλίρροια (αντίθ. εβγαλσιά) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εμβασία — και εμπασιά και μπασιά και μπασία, η (Μ ἐμβασία) 1. είσοδος 2. πέρασμα, δίοδος 3. σύνορα, παραμεθόρια περιοχή 4. εισβολή, έφοδος, επίθεση …   Dictionary of Greek

  • μπασιά — Οικισμός (41 κάτ.) του νομού Τρικάλων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κλεινόβου. * * * και εμπασιά, η 1. το μέρος από όπου μπαίνει κανείς κάπου, είσοδος 2. στενωπός που επιτρέπει τη διάβαση 3. πλημμύρα, παλίρροια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἐμβασία <… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”